Στην εποχή της Κρίσης την οποία διανύουμε τα τελευταία οκτώ χρόνια τίθεται ξανά το βασανιστικό ερώτημα “Ποια η σχέση μεταξύ αγοράς και Κράτους;”

Τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες η απάντηση η οποία δίδεται είναι τέτοια που περιορίζει δραστικά το κράτος στον ρόλο του ρυθμιστή μέσω θέσπισης κανόνων για τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς.

Κυριάρχησε η φιλελεύθερη αντίληψη της “αοράτου χειρός” η οποία ήρθε ως απάντηση στην κρίση του κεϋνσιανού κράτους πρόνοιας κατά τη δεκαετία του 1970. Η αντίληψη αυτή οδήγησε το κράτος σε συρρίκνωση καθώς το μέγεθός του θεωρήθηκε η πηγή κάθε είδους στρέβλωσης της λειτουργίας της αγοράς και θεωρήθηκε-δικαίως αρκετές φορές- ως δυσκίνητο και αναποτελεσματικό. Θεωρήθηκε αναγκαία η δημιουργία ενός μικρού και ευέλικτου κράτους ενός “κράτους-στρατηγείου” το οποίο δεν θα είχε παρά μόνο διαιτητικές αρμοδιότητες σε σχέση με την αγορά καθορίζοντας το πλαίσιο λειτουργίας της.

Ως συνέπεια αυτής της θεώρησης η σοσιαλδημοκρατία αντί να στοχαστεί περί των αδυναμιών των πολιτικών της και να επινοήσει αποτελεσματικότερες πολιτικές κοινωνικής συνοχής υιοθέτησε άκριτα τις φιλελεύθερες αντιλήψεις περί κράτους αναθεωρώντας την από δεκαετίες παγιωμένη θέση της για την κυριαρχία της πολιτικής επι της οικονομίας.

Η αντίληψη περί μικρού κράτους έφτασε στα όρια της κατά την μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 οπότε και εκ των πραγμάτων έγινε φανερό ότι η αγορά δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά με απουσία κρατικής-ρυθμιστικής παρέμβασης.

Η εμπειρία της οικονομικής κρίσης κατέδειξε ότι μόνο η συνεργασία αγοράς-κράτους μπορεί να εξασφαλίσει σταθερότητα, οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική προστασία.

Αναλυτικότερα, το κράτος θα πρέπει να έχει ρόλο εκεί όπου η αγορά αποτυγχάνει, να διασφαλίζει την κοινωνική δικαιοσύνη στην κοινωνία. Αυτή μπορεί να υπάρχει μόνο με τη διασφάλιση δίκαιων όρων συμμετοχής στην αγορά εργασίας, ένα κράτος αρωγό στις οικονομικές δραστηριότητες με ένα πλήρες και δίκαιο κράτος πρόνοιας το οποίο θα έχει εξαλείψει τις παθογένειες του παρελθόντος αλλά και απορρίψει την φιλελεύθερη αντίληψη περί εισαγωγής του ανταγωνισμού σε ζωτικά αγαθά όπως η Παιδεία και η Υγεία.